14 Μαΐ 2013

150 ~ Ίνγκμαρ Μπέργκμαν: Ο φόβος ήρθε αργότερα

Όταν γεννήθηκα, τον Ιούλη του 1918, η μητέρα μου, είχε την ισπανική γρίπη, εγώ τα χάλια μου και με βάφτισαν βιαστικά στο νοσοκομείο. Μια μέρα ήρθε επίσκεψη ο γηραλέος οικογενειακός γιατρός, με κοίταξε και είπε: "Αυτός εκεί πεθαίνει από ατροφία". Η γιαγιά μου από τη μεριά της μητέρας μου, με πήρε τότε στο εξοχικό σπίτι στην Ντάλαρνα. Πήγαμε με το τρένο, που εκείνη την εποχή έκανε μια μέρα και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού με τάιζε με γλυκό κουλούρι βουτηγμένο στο νερό.
...Όλα αυτά τα θυμάμαι, δεν θυμάμαι όμως κανένα φόβο. Ο φόβος ήρθε αργότερα».
* *
Η αφοσίωσή μου ενοχλούσε τη μητέρα μου, τη νευρίαζε. Η τρυφερότητά μου κι οι ξαφνικές μου εκρήξεις την ανησυχούσαν. Συχνά με έδιωχνε με παγερά ειρωνικό τόνο. Έκλαιγα από οργή και απογοήτευση. Η σχέση της με τον αδερφό μου ήταν απλούστερη, μια και διαρκώς έπρεπε να τον προστατεύει από τον πατέρα που τον ανέθρεψε με συστηματική σκληρότητα και το ξύλο ήταν ένα σύνηθες επιχείρημα. Σιγά - σιγά κατάλαβα ότι η λατρεία μου, πότε τρυφερή και πότε έξαλλη, είχε πολύ μικρά αποτελέσματα.
* *
Η μητέρα δεν άντεχε την αδιαφορία και την απόσταση, αυτά ήταν τα δικά της όπλα. Έμαθα λοιπόν να βάζω φρένο στο πάθος μου κι άρχισα ένα περίεργο παιχνίδι όπου το κύριο συστατικό ήταν υπεροψία και ψυχρή ευγένεια Δεν θυμάμαι καθόλου τι έκανα αλλά η αγάπη είναι εφευρετική και σύντομα είχα καταφέρει να δημιουργήσω ενδιαφέρον γύρω από το αιμορραγούν εγώ μου.
* *
Η γέννηση της αδερφής μου - εγώ είμαι τεσσάρων χρονών - αλλάζει ριζικά την κατάσταση. Ένα παχύ, κακομούτσουνο πράγμα παίζει ξαφνικά τον κύριο ρόλο. Εξορίζομαι από το κρεβάτι της μητέρας μου, ο πατέρας λάμπει πάνω από το ωρυόμενο πακέτο. Ο δαίμονας της ζήλιας μού μαγκώνει την ψυχή, θυμώνω παράφορα, κλαίω, χέζω στο πάτωμα και πασαλείβομαι. Ο μεγάλος μου αδερφός κι εγώ, συνήθως θανάσιμοι εχθροί, κλείνουμε ειρήνη και σχεδιάζουμε διάφορους τρόπους να σκοτώσουμε αυτό το απαίσιο ζώο.
* *
Η εξωτερική μου εμφάνιση είναι θλιβερή. Είμαι γκρινιάρης και οξύθυμος, δέχομαι όλη την τρυφερότητα και όλες τις φροντίδες σαν κάτι φυσικό αλλά γκρινιάζω σαν κακομαθημένο παιδί. Είμαι παρ' όλη τη ρουτίνα και την αυτοπειθαρχία, άβουλος και χαμένος, δεν ξέρω από τη μια μέρα στην άλλη τι θα γίνει. Δεν μπορώ να σκεφτώ μια βδομάδα μπροστά. Πώς θα είναι η ζωή μου, η δουλειά μου στο θέατρο, το φιλμ. Τι θα γίνει με τη Σινεματογκράφ, την κόρη των ματιών μου;
* *
Η νύχτα είναι άυπνη. Μια έκρηξη από ιδέες και σχέδια με κρατεί ξύπνιο. Όταν ούτε υπνωτικό, μουσική, η Σέλμα ή μπισκότα βοηθούν, σηκώνομαι και κάθομαι στο γραφείο. Βιαστικά γράφω την υπόθεση μιας ταινίας που την ονομάζω "Μητέρα και Κόρη και Μητέρα". Σημειώνω ότι τους ρόλους θα παίξουν η Ίνγκριντ Μπέργκμαν και η Λιβ Ούλμαν.
* *
Η Ίνγκριντ κι εγώ πήγαμε στο Χόλιγουντ για να τριφτούμε μια φορά κι εμείς με τις διασημότητες. Επίσημα ήμουν καλεσμένος σ' ένα σεμινάριο στην Κινηματογραφική Σχολή του Λος Άντζελες. Τα πάντα ήταν πέρα από κάθε προσδοκία. Ο ουρανός του Λος Άντζελες σαν κίτρινο δηλητήριο. Το επίσημο γεύμα με σκηνοθέτες και ηθοποιούς. Το απερίγραπτο δείπνο στο παλάτι του Ντίνο ντε Λαουρέντις με θέα την πόλη και τον Ειρηνικό Ωκεανό. Η γυναίκα του Σιλβάνα Μάγκανο, η τέλεια καλλονή του '50, μεταμορφωμένη σ' έναν περιπλανώμενο σκελετό με καλομακιγιαρισμένο κρανίο και ανήσυχα πληγωμένα μάτια. Η ωραία, δεκαπεντάχρονη κόρη που δεν έφευγε από το πλευρό του πατέρα, το κακό φαγητό, η λαδωμένη αδιάφορη ευγένεια.
* *
Βρήκαμε τα ημερολόγια της μητέρας στο χρηματοκιβώτιο. Ο πατέρας καθόταν κάθε μέρα μετά το θάνατο της μητέρας μ' ένα μεγεθυντικό φακό και προσπαθούσε να διαβάσει το μικροσκοπικό, εν μέρει κωδικοποιημένο κείμενο. Αργά καταλάβαινε ότι δεν ήξερε αυτή τη γυναίκα με την οποία είχε ζήσει σ' έναν πεντηκονταετή γάμο. Γιατί η μητέρα δεν έκαψε τα ημερολόγια της; Μια καλά σχεδιασμένη εκδίκηση: τώρα μιλάω και δεν μ' αγγίζεις, σου λέω τα πιο βαθιά μου, δεν μπορείς ν' απαντήσεις με το να σωπαίνεις. Τώρα δεν μπορείς να σωπαίνεις όπως σώπαινες όταν παρακαλούσα, έκλαιγα, μαινόμουν.
Τώρα αντιλήφθηκα ότι η μητέρα πήγαινε να διαλυθεί. Τα πόδια είχαν εξαφανιστεί κάτω από το σάλι, το χλωμό πρόσωπο είχε ξεκολλήσει από το λαιμό και αιωρείτο πάνω από την ανατολίτικη κουρτίνα, τα μάτια ήταν μισόκλειστα.
* *
...δημιούργησα ένα εξωτερικό πρόσωπο, που είχε πολύ μικρή σχέση με τον πραγματικό εαυτό μου... Καμιά φορά παρηγοριέμαι ότι όποιος έζησε στο ψέμα αγαπάει την αλήθεια.
Ernst Ingmar Bergman (1918–2007)



* τα αποσπάσματα είναι από το βιβλίο
Ingmar Bergman Αυτοβιογραφία - Η μαγική κάμερα
Εκδόσεις: Κάκτος, 1989
Μετάφραση: Θόδωρος Καλλιφατίδης
Από προδημοσίευση στο περιοδικό ΕΝΑ, τχ. 24 / Νοε. 1989

* φωτογραφίες: listal.com, bergmanorama.webs.com,
film-international.com, ilhotarockfestival.wordpress.com,
sweden.se


Ετικέτες , ,

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα