115 ~ Λώρενς Ντάρρελ: Φεύγοντας, την ημέρα που εκτέλεσαν τον Μιχαλάκη Καραολή και τον Ανδρέα Δημητρίου

Ήταν μια ωραία ολοκάθαρη μέρα και οι σγουροί δρόμοι ήσαν γεμάτοι από το άρωμα των λουλουδιών της μυγδαλιάς και της ροδακινιάς. Όταν έστριψα την τελευταία γωνιά και πήγα ν' αφίσω τ' αμάξι κάτω από τα καμπαναριά του Μοναστηριού,


Τα ψυχρά, κάτω δωμάτια του σπιτιού αντιλαλούσαν τη σιωπή και το φως του ήλιου φιλτράρονταν ανάμεσα από τις λεμονιές στον κήπο απέξω. Δεν τολμούσα ν' ανέβω στη βεράντα, τόσο θλιμμένος ήμουν που τα εγκατέλειπα. Η Ξενού, η λαχανιασμένη υπηρέτρια, καθάριζε την κουζίνα. Με χαιρέτησε αρκετά θερμά αλλ' είπε μόλις με είδε: «Ακούσατε τα νέα;» Έγνεψα καταφατικά. «Για την εκτέλεση;» Κοντανάσαινε και ξεφύσαγε από θλίψη. «Γιατί κάνουν τέτοια πράματα;» Θύμωσα. «Όταν σκοτώνεις, πρέπει να πεθαίνεις», είπα' ύψωσε το χέρι της σαν νάθελε να με σταματήση. «Όχι γι' αυτό. Όχι για την εκτέλεση. Μα δεν θα δώσουνε στη μάννα του το σώμα του, έτσι λένε. Είναι φριχτή τιμωρία αυτό, κύριε. Γιατί αν δεν κυττάξης τον αγαπημένο σου νεκρό, δεν θ' άνταμωθήτε ποτέ στον άλλον κόσμο».

Για μιαν ακόμη φορά κατέβηκα τον κεντρικό δρόμο πηγαίνοντας προς τ' αμάξι, μέσα στην ίδια και σκυθρωπή σιωπή, νιώθοντας πολλά μάτια να με κυττάζουν ανάμεσα από τους φεγγίτες και τις χαραμάδες των παλιών αυτών σπιτιών χωρίς κανένα σχόλιο, και για μια φορά ακόμα οι χωριάτες είχαν τα μάτια χαμηλωμένα κάτω από το μεγάλο δέντρο - σε παγωμένη ακινησία. Τα μάτια που με απόφευγαν, τρεμίζοντας δειλά μακρυά από το δικό μου βλέμμα «σαν εαρινές πεταλούδες» - δεν μπορώ να πω πως ήταν γεμάτα μίσος. Όχι. Απλώς το να με βλέπουν τούς κόστιζε. Η θέα ενός Άγγλου σ' αυτή την καθαρή μελόξανθη εαρινή ατμόσφαιρα είχε γίνει γι' αυτούς ασέλγεια.
Πήρε το μάτι μου μερικούς από τους φίλους μου, κι ανάμεσα τους τον Μιχαήλη και τον Θαλασσινό, να κάθονται μέσα στο καφενείο αλλά δεν ήθελα να τους ενοχλήσω με τους αποχαιρετισμούς μου.
Το αυτοκίνητο ξεκίνησε με θόρυβο, θρυμματίζοντας την πυκνή σιωπή που ξεχύνονταν από το Μοναστήρι όπως κι απ' εκείνους τους σιωπηλούς ανθρώπους που ήτανε μαζεμένοι κάτω από το γέρικο δέντρο. Κανένας δεν έγνεψε και κανένας δεν χαμογέλασε.
Κατέβηκα στον άδειο δρόμο κάτω από τ' ανθισμένα δέντρα κ' ύστερα ανηφόρισα στην κορφή του λόφου.
Lawrence George Durrell (1912–1990)

* Το αυτοβιογραφικό κείμενo είναι από το
βιβλίο Λώρενς Ντάρρελ, Πικρολέμονα
σε μετάφραση Αιμίλιου Χουρμούζιου
Εκδ. Γρηγόρη, 1959
* φωτογραφίες: jamescumminsfinearts.com,
ulike.net, corfu-kalami.gr, amazon.com,
allposters.co.uk
Ακόμα:
- o Λώρενς Ντάρρελ στο ταξιδεύοντας
- στα λογοτεχνικά ταξίδια στον κόσμο και
- στην "Κίχλη"
* * * * *
- 10 Mαΐου 2009, 50 χρόνια: Καραολής - Δημητρίου -
οι πρωτομάρτυρες του Κυπριακού αγώνα
- Μια ...αφαιρετική πινακίδα οδοσήμανσης
στον Δήμο Αμαρουσίου: Ελευθεροτυπία
- "πικρολέμονα (ξεπουλημένα...)" από το blog του Τhomas Xomeritis.
Mία ανάρτηση με αφορμή τον θόρυβο γύρω από το εξώφυλλο
γερμανικού περιοδικού με την Αφροδίτη της Μήλου-ζητιάνα.
- "Λόρενς Ντάρελ: φιλέλληνας ή πράκτορας;" του Νίνου Φένεκ Μικελίδη,
από την Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας
βιβλίο Λώρενς Ντάρρελ, Πικρολέμονα
σε μετάφραση Αιμίλιου Χουρμούζιου
Εκδ. Γρηγόρη, 1959
* φωτογραφίες: jamescumminsfinearts.com,
ulike.net, corfu-kalami.gr, amazon.com,
allposters.co.uk
Ακόμα:
- o Λώρενς Ντάρρελ στο ταξιδεύοντας
- στα λογοτεχνικά ταξίδια στον κόσμο και
- στην "Κίχλη"
* * * * *
- 10 Mαΐου 2009, 50 χρόνια: Καραολής - Δημητρίου -
οι πρωτομάρτυρες του Κυπριακού αγώνα
- Μια ...αφαιρετική πινακίδα οδοσήμανσης
στον Δήμο Αμαρουσίου: Ελευθεροτυπία
- "πικρολέμονα (ξεπουλημένα...)" από το blog του Τhomas Xomeritis.
Mία ανάρτηση με αφορμή τον θόρυβο γύρω από το εξώφυλλο
γερμανικού περιοδικού με την Αφροδίτη της Μήλου-ζητιάνα.
- "Λόρενς Ντάρελ: φιλέλληνας ή πράκτορας;" του Νίνου Φένεκ Μικελίδη,
από την Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας
Ετικέτες ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ, ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ ΞΕΝΟΙ, ΞΕΝΟΙ