70 ~ Δημήτρης Μυράτ: ...ανέσυρα τη Ζωή μου και τους την έδωσα

Πέσαμε στα πόδια του. Ο Χρήστος ήταν οργανωμένος τροτσκιστής, εγώ όχι, αλλά ο Βιτσώρης γνώριζε τον απέραντο θαυμασμό μου για τον μεγάλο άνδρα και το κύριο προσόν του χαρακτήρα μου -δεν ξέρω δα αν έχω κι άλλα;- είναι η μπέσα' ίσως επειδή ρέει πολύ αρβανίτικο αίμα στις φλέβες μου. Τον παρακαλέσαμε να μας πάρει μαζί του. Τελικά πείσθηκε, αφού πρώτα του δώσαμε το λόγο μας πως δεν θα μας ξεφύγει κουβέντα, ακόμα και στους πιο δικούς μας. Θα συναντιόμαστε χαράματα την άλλη μέρα στην προκυμαία του Γαλατά. Δεν έκλεισα μάτι όλη νύχτα. Η σκέψη πως θα συναντούσα μιαν από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες του αιώνα, μου 'φέρνε χτυποκάρδι να μου σπάσει την καρδιά. Λίγα γραπτά του, είχα διαβάσει σε ελληνικές μεταφράσεις, την Προδομένη Επανάσταση, μια έξοχη μονογραφία του Λένιν, μερικά άρθρα, και είχα θαυμάσει τη σαφήνεια με την οποία εξέθετε τις ιδέες του και την εμβρίθεια των κειμένων του. Στη διάρκεια του αμυντικού πολέμου των Μπολσεβίκων, ζήτησε να του στείλουν απ' τη Μόσχα στο Κόκκινο Τραίνο τα άπαντα του Αισχύλου, για να ξεκουράζει το κουρασμένο του μυαλό μόλις είχε λίγον καιρό!
Σχεδόν πρίν φέξει βρεθήκαμε στην προκυμαία με τον Τσαγανέα. Στην καθορισμένη ώρα εμφανίστηκε ο Βιτσώρης μέσα στο σύθαμπο της αυγής και μας δήλωσε ταραγμένος πως η επίσκεψη πρέπει να ματαιωθεί. «Αν τύχει και γίνει καμιά απόπειρα τις επόμενες μέρες της επίσκεψής σας, θα μπείτε στον κατάλογο των υπόπτων. Και τότε δεν την γλυτώνετε. Ήταν επιπόλαιη η υπόσχεση που σας έδωσα». Καταλάβαμε. Αναμετρήσαμε τον κίνδυνο και τρομάξαμε. Όχι μόνο για μας, αλλά και για τον ίδιο τον Βιτσώρη. Τον ξεπροβοδίσαμε λυπημένο μέχρι το παποράκι, χάνοντας μια μοναδική εμπειρία στη ζωή μας. Δεν ξαναείδα τον Βιτσώρη. Έμαθα πως στον πόλεμο βρέθηκε στο Παρίσι και πιάστηκε απ' την Γκεστάπο. Πέθανε στις φυλακές, απ' την καλοπέραση φαντάζομαι. Οι φουκαράδες οι τροτσκιστές από παντού χτυπιόντουσαν!
Τα χρόνια πέρασαν. Κάποιο απογεματάκι εμφανίστηκε η Νίτσα Τσαγανέα στο σπίτι μας στα Πατήσια μ' ένα παλικάρι καμιά εικοσιπενταριά χρονώ, που κρατούσε αγκαλιά ένα μεγάλο βιβλίο τυλιγμένο σ' εφημερίδες. Κλειστήκαμε στο γραφείο του πατέρα μου και η Νίτσα μού σύστησε τον νέο: «Ο Δήμος». «Δήμος τι;» ρώτησα. Έγινε μια μικρή παύση και η Νίτσα επανέλαβε με νόημα: «Ο Δήμος». Κατάλαβα.Ήταν το ψευδώνυμο της παρανομίας. Ο Δήμος ξετύλιξε απ' τις εφημερίδες το βιβλίο και μου το 'δωσε. Ήταν η αυτοβιογραφία του Τρότσκυ Η ζωή μου, σε αγγλική μετάφραση. Μου εξήγησε το σκοπό της επίσκεψής του. Το κόμμα, το τροτσκιστικό, με παρακαλεί να μεταφράσω ένα πολυσέλιδο κεφάλαιο που μου είχαν σημαδέψει. Δέχτηκα πρόθυμα και ρίχτηκα στη δουλειά, διαβάζοντας ταυτόχρονα το αφάνταστα ενδιαφέρον βιβλίο.
Ήρθε ξαφνικά η 4η Αυγούστου και όλα άλλαξαν. Άργησα να μάθω πως ο Δήμος πιάστηκε απ' τους πρώτους και κάπου τον πήγανε, στην Ακροναυπλία ή στο Καλπάκι, άλλη μια επιβεβαίωση της ανέντιμης συκοφαντίας πως οι τροτσκιστές ήταν στην υπηρεσία της Γενικής Ασφάλειας. Φαντάζομαι την κατάπληξη των φανατικών σταλινικών, όταν αποκαλύφθηκε, μετά το θάνατο του, φυσικά, πως ο Στάλιν είχε διατελέσει για ένα μικρό διάστημα, πριν από την επανάσταση, έμμισθο όργανο της Οχράνα, της μυστικής τσαρικής αστυνομίας!
Πέρασαν τα χρόνια της Κατοχής. Και σαν ήρθε η Απελευθέρωση, με πληροφόρησαν οι Τσαγανέηδες -παίζαμε πάντα στον ίδιο θίασο με το εξαίρετο θεατρικό ζευγάρι- πως ο Δήμος βγήκε απ' τίς φυλακές και θα 'ρθουνε μιαν απ' αυτές τις μέρες να παραλάβουνε το βιβλίο και τη μετάφραση, πού είχα βέβαια από καιρό έτοιμη. Καλώς να 'ρθούν. Όμως σε λίγες μέρες οι καλοί φίλοι, μου 'φεραν τα θλιβερά μαντάτα. Ο Δήμος, με την αποχώρηση των Γερμανών, βρέθηκε πάλι λεύτερος και γύρισε στους γονιούς του που τον είχανε ξεγράψει, στο Περιστέρι. Κάηκε το πελεκούδι στη γειτονιά εκείνο το βράδυ. Συγγενείς και φίλοι μαζεύτηκαν στο φτωχικό σπιτάκι να γιορτάσουνε το γυρισμό του νεκραναστημένου. Και τα χαράματα, σαν είχαν όλα καταλαγιάσει μπήκαν στο σπίτι κάτι λεβέντες της ΟΠΛΑ, άρπαξαν τον Δήμο που έκανε εννιά χρόνια στα μπουντρούμια για τις μαρξιστικές του πεποιθήσεις, τον πήγανε σε κάποια χωματερή και τον σφάξανε!
Πέρασαν πάλι τα xρόνια. Κι όσο μεγαλώνεις, περνάνε ακόμα πιο γρήγορα. Ένα βραδινό ήρθαν στα Πατήσια και με ζήτησαν δυο παλικάρια. Είxαμε τότε κυβέρνηση Πλαστήρα. «Ήρθαμε να σας παρακαλέσουμε να μας επιστρέψετε το βιβλίο που σας είxε δώσει ο Δήμος. Ερxόμαστε απ' το κόμμα» (εννοούσαν το τροτσκιστικό). Άρxισε τότε μια ατέλειωτη συζήτηση. Έλεγα πως ύστερα από τόσα xρόνια το βιβλίο είxε περιέλθει στην ιδιοκτησία μου, πως δεν έβλεπα στα χέρια τους καμιά εξουσιοδότηση, κι αυτοί ανέπτυσσαν τα δικά τους επιxειρήματα, που έφτασαν να γίνουν ελαφρώς προσβλητικά, οπόταν, ξαφνικά, ο ένας απ' τους δύο άλλαξε τακτική: «Εντάξει, θα σας πούμε κάτι που εμείς δεν το πιστεύουμε, αλλά σεις, απ' όσα έxουμε ακούσει, ανήκετε στην ιδανιστική φιλοσοφία και το πιστεύετε. Νομίζετε πως η ψυxή του Δήμου θα είναι ευxαριστημένη με την πράξη σας; Να κατακρατάτε ένα βιβλίο που ανήκει νόμιμα στο κόμμα για το οποίο έδωσε τη ζωή του;»
Δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια μου. Η αγάπη μου στο βιβλίο με μετέβαλε σε κοινό κλέφτη. Τους άφησα εκεί που στεκόντουσαν, πήγα στη βιβλιοθήκη, ανέσυρα τη Ζωή μου, γύρισα και τους την έδωσα. Μου είχαν βρει την αχίλλειο πτέρνα μου!
Δημήτρης Μυράτ (1908-1991)

* Το αυτοβιογραφικό κείμενο είναι από το βιβλίο
Δημήτρης Μυράτ "Οψέ οι μύλοι των θεών"
εκδ. Καστανιώτη, 1998
* οι φωτογραφίες είναι από το ίδιο βιβλίο
Δημήτρης Μυράτ "Οψέ οι μύλοι των θεών"
εκδ. Καστανιώτη, 1998
* οι φωτογραφίες είναι από το ίδιο βιβλίο
Ετικέτες ΕΛΛΗΝΕΣ, ΗΘΟΠΟΙΟΙ, ΗΘΟΠΟΙΟΙ ΕΛΛ.